Η προδοσία του Ιούδα: το κατώφλι που δε θα έπρεπε ποτέ να διαβείτε! Η άποψη του θεολόγου Ilarion Alfeyev, από το πατριαρχείο της Μόσχας
Ήξερε ο Ιησούς ότι ο Ιούδας επρόκειτο να τον προδώσει;
Αν ναι, τότε γιατί τον έκανε μαθητή του;
Ενέργησε ο Ιούδας υπακούοντας τις εντολές του Ιησού, όταν τον παρέδωσε στις ιουδαϊκές αρχές;
Και πού βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του θεϊκού σχεδίου και μιας πράξης προερχόμενης από την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου;
Διάφοροι στοχαστές έχουν αναζητήσει απαντήσεις για τα παραπάνω ερωτήματα. Η συζήτηση «πήρε φωτιά» μετά την πρόσφατη ανακάλυψη του αποκαλούμενου «Ευαγγελίου του Ιούδα».
Ο σύγχρονος θεολόγος Ilarion Alfeyev, επίσκοπος της Βιέννης και της Αυστρίας, εκθέτει στο κείμενο που ακολουθεί, μία άποψη σχετικά με το ζήτημα της προδοσίας του Ιούδα.
"Οι πρώιμοι Χριστιανοί συγγραφείς ήταν ενήμεροι για το Ευαγγέλιο του Ιούδα. Ένας από αυτούς, ο Ειρηναίος της Λυών, του οποίου σχεδόν όλα τα γραπτά προσανατολίζονται εναντίον του Γνωστικισμού, αναφέρει το Ευαγγέλιο του Ιούδα στο αντι-γνωστικό του έργο «Adversus Haereses» (εναντίον των αιρέσεων), το οποίο συνέγραψε περί το 180 μ.Χ. Συγκεκριμένα αναφέρεται στους Καϊνίτες, μια υποτιθέμενη σέκτα του Γνωστικισμού. Γράφει ότι οι Καϊνίτες διακήρυσσαν ότι ο Ιούδας ο προδότης γνώριζε την αλήθεια, όπως κανένας άλλος δεν τη γνώριζε και ότι εκπλήρωσε το μυστήριο της προδοσίας. Κατά την άποψή του, όλα τα πράγματα, γήινα και ουράνια, έπεσαν έτσι σε σύγχυση. Οι Καϊνίτες κατασκεύασαν μια μυθοπλασία, την οποία αποκάλεσαν το «Ευαγγέλιο του Ιούδα».
Η πρόσφατη ανακάλυψη του χειρόγραφου έρχεται σε συμφωνία με τις πληροφορίες που αφορούν την γνωστική του καταγωγή. Είναι σχετικά δύσκολο να ανακατασκευαστεί η θέση του συγγραφέα σχετικά με το ρόλο του Ιούδα στην προδοσία του Ιησού, επειδή το χειρόγραφο δεν έχει μεταχειριστεί σχολαστικά τις τελευταίες δεκαετίες: κάποιες σελίδες του έχουν χαθεί και το κείμενο, σήμερα σε πάνω από χίλια κομμάτια και θραύσματα, θεωρείται ότι είναι λιγότερο από τα τρία τέταρτα του συνολικού κειμένου. Κρίνοντας από τα θραύσματα στην καθαρή τους κατάσταση, είναι φανερό ότι ο συγγραφέας έβλεπε τον Ιούδα ως τον ευνοούμενο μαθητή του Ιησού, ο οποίος εκμυστηρεύεται στον Ιούδα τα «Μυστήρια του Βασιλείου». Σύμφωνα με το ευαγγέλιο αυτό, ο Ιούδας δρούσε κάτω από τις εντολές του ίδιου του Ιησού.
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου αιώνα μ.Χ., διάφορες ημι-χριστιανικές και μη χριστιανικές ομάδες συνέθεσαν κείμενα τα οποία αόριστα αποκαλούνταν ως «Νέα Απόκρυφη Διαθήκη», συνήθως - αλλά όχι πάντα - κάτω από τα ονόματα αποστόλων, πατριαρχών, ή άλλων προσώπων που αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη, στην Καινή Διαθήκη, ή σε παλαιότερα κείμενα της ιουδαϊκής απόκρυφης λογοτεχνίας. Το Ευαγγέλιο του Ιούδα είναι ένα από αυτά τα κείμενα και έτσι περιγράφεται από τις δύο μοναδικές αναφορές του στην αρχαιότητα. Όσον αφορά την ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι ένα δημιούργημα που του δόθηκε ελεύθερη βούληση, αυτή έλειπε από τα πιστεύω πολλών γνωστικών ομάδων εκείνο τον καιρό. Ο άνθρωπος περισσότερο θεωρούνταν ως ένα παιχνίδι χειριζόμενο από τις δυνάμεις του καλού ή του κακού. Κανένα γνωστικό δόγμα δεν ερμήνευσε την προσωπικότητα του Ιησού Χριστού ως ένα εστιακό σημείο. Οι Γνωστικοί χρησιμοποιούσαν μόνο επιλεγμένα συστατικά στοιχεία από τις διδασκαλίες Του για τους δικούς τους σκοπούς, οι οποίοι αντανακλώνταν στις φαντασμαγορικές τους συντάξεις. Όπως πολλές εργασίες των Γνωστικών, το Ευαγγέλιο του Ιούδα ισχυρίζεται ότι αποτελεί μια μυστική αφήγηση, συγκεκριμένα «η μυστική αφήγηση της αποκάλυψης ότι ο Ιησούς είχε συνεννοηθεί με τον Ιούδα τον Ισκαριώτη».
Η απεικόνιση του Ιούδα να ενεργεί κάτω από οδηγίες του Ιησού όταν τον πρόδιδε, αντιστοιχεί ξεκάθαρα στις γνωστικές διδασκαλίες σχετικά με το καλό και το κακό, που περιγράφονται ως δύο ίσες δυνάμεις που κυβερνούν το σύμπαν. Ωστόσο, αυτό δεν ανταποκρίνεται στις διδασκαλίες της Εκκλησίας, η οποία επιμένει ότι κάθε άτομο είναι πλήρως υπεύθυνο για τις πράξεις του και κανένας δεν είναι εξ αρχής προορισμένος να διαπράξει αμαρτίες.
Σύμφωνα με τις Χριστιανικές διδασκαλίες, υπάρχει ένα μυστικιστικό παράδοξο μεταξύ της πανσοφίας του Θεού και της προσωπικής ελευθερίας του ατόμου. Από τη μία πλευρά ο Θεός γνωρίζει από πριν για τις αμαρτίες που διαπράττει κάποιο συγκεκριμένο άτομο. Από την άλλη πλευρά, η παντογνωσία και πανσοφία του Θεού δε μπορεί να δικαιολογήσει καμία κακή πράξη.
Ο σεβασμιότατος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, (675-749 μ.Χ.) γράφει: «Θα έπρεπε να είναι γνωστό ότι ο Θεός είναι ενήμερος για όλα τα πράγματα εκ των προτέρων. Ωστόσο δεν τα προκαθορίζει όλα, γιατί είναι ενήμερος για τα πράγματα που μπορούμε να χειριστούμε με τις δικές μας δυνάμεις, αλλά δεν τα προκαθορίζει. Εύχεται να μη συμβεί τίποτε το φαύλο, κι όμως δεν υποχρεώνει κανέναν να είναι ηθικός άνθρωπος.»
Ο Ιούδας δεν ήταν προδιαγεγραμμένο να διαπράξει μια προδοσία. Όταν ο Ιησούς Χριστός τον επέλεξε ως έναν από τους δώδεκα μαθητές του, δεν ξεχώρισε τον Ιούδα από αυτούς με σκοπό να τον προδώσει. Ο Ιούδας επιλέχθηκε από Αυτόν για να αναγγείλει το Ευαγγέλιο. Ο Ιούδας δεν στερούνταν κάποιο από τα δώρα που είχαν οι άλλοι απόστολοι. Μαζί με τους άλλους αποστόλους, παρευρέθηκε στο Μυστικό Δείπνο. Όπως οι άλλοι απόστολοι έλαβε το σώμα και το αίμα του Χριστού, που ενσωμάτωνε το Θεό. Αλλά ο Ιούδας σχεδίαζε μια προδοσία όσο οι άλλοι απόστολοι παρακολουθούσαν τα λόγια του Σωτήρα.
Κανένας δεν εξανάγκασε τον Ιούδα να προδώσει τον Ιησού, αυτός αυτόβουλα επέλεξε να τον προδώσει. Τα λόγια που είπε ο Ιησούς στον Ιούδα «αυτό που έχεις να κάνεις, κάνε το γρήγορα» (Ιωάννης 13:27) δεν ήταν ούτε μια άμεση εντολή στον Ιούδα, ούτε ένα σημάδι για να «κυλήσει ο τροχός». Τα λόγια θα μπορούσαν να είναι μια ένδειξη ότι ο Ιησούς γνώριζε αυτό που ο Ιούδας μυστικά σχεδίαζε. Τα λόγια θα μπορούσαν να σταματήσουν τον Ιούδα την τελευταία στιγμή. Αλλά το σχέδιο της προδοσίας ήταν στέρεα καλλιεργημένο στην καρδιά του Ιούδα εκείνη την ώρα και ούτε τα λόγια του Σωτήρα δεν κατάφεραν να τον σταματήσουν.
Ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αλίμονο στον κόσμο για τα σκάνδαλα, διότι αυτά θα έλθουν. Αλίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνον, από τον οποίο τα σκάνδαλα θα προέλθουν!» (Ματθαίος 18:7). Πρώτα και κύρια, αυτά τα λόγια σχετίζονταν με τον Ιούδα τον Προδότη.
Ο Ιησούς Χριστός εθελοντικά επέλεξε να υποφέρει έτσι ώστε ολόκληρη η ανθρωπότητα να λυτρωθεί από το θάνατο στο θνητό της σώμα. Και όμως ο Ιούδας δεν είχε καμία σχέση με την πράξη της σωτηρίας και της απελευθέρωσης από τη δύναμη της αμαρτίας όσον αφορά την ανθρωπότητα. Η σωτηρία και η λύτρωση θα ερχόντουσαν ακόμη και αν ο Ιούδας δεν έπαιζε το ρόλο που έπαιξε, γιατί μια πράξη προδοσίας δεν ήταν απαραίτητη για να υποκινήσει μια σειρά γεγονότων που ουσιαστικά οδήγησαν την ανθρωπότητα στη σωτηρία. Η Εκκλησία αντιμετωπίζει τον Ιούδα ως τον άνθρωπο που πέρασε το κατώφλι, αυτό που δε θα έπρεπε κανείς να διαβεί, ανεξάρτητα από τις συνθήκες ή το οικονομικό όφελος. Το να διαβείς το κατώφλι επιφέρει ανάθεμα και αιώνιο θάνατο".