Εισαγωγή
Η συγκεκριμένη ιστορία, στην αρχή της τουλάχιστον, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα ευχάριστο παιδικό παραμύθι. Δεν είναι, όμως, σε καμία περίπτωση παραμύθι, αφού αποτελεί ένα δραματικό γεγονός, που εκτυλίχθηκε στην κόλαση των γερμανικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, μέσα στους χώρους που βασανίστηκαν βίαια και θανατώθηκαν εκατομμύρια άνθρωποι.
Mια φορά και έναν καιρό…
Το 1868 σε ένα μικρό χωριό της Τρανσυλβανίας στη Ρουμανία, γεννιέται ο Εβραϊκής καταγωγής νάνος Σίμσον Όβιτζ, με ύψος που δεν ξεπερνούσε το ένα μέτρο. Μόλις ενηλικιώνεται, αποφασίζει να μετατρέψει την αναπηρία του σε εργαλείο επιβίωσης: αγοράζει ένα μαύρο κοστούμι και ένα ημίψηλο καπέλο και στη συνέχεια γίνεται δημόσιος διασκεδαστής σε γάμους, γιορτές και πανηγύρια, χορεύοντας, τραγουδώντας ή λέγοντας αστεία και γρίφους. Ο έξυπνος και ταλαντούχος αυτός νάνος παντρεύεται μία φυσιολογική γυναίκα και αποκτά δέκα παιδιά, τα επτά από τα οποία είναι νάνοι.
Πέφτοντας κάτω από τη μηλιά, αλλά και μη μπορώντας να ασκήσουν κανένα άλλο προσοδοφόρο επάγγελμα, τα λιλιπούτεια παιδιά, πέντε κορίτσια και δύο αγόρια, γίνονται κι αυτά διασκεδαστές, μαθαίνοντας να χορεύουν, να τραγουδούν και να παίζουν διάφορα ειδικά κατασκευασμένα, μικρών διαστάσεων, μουσικά όργανα. Ενδεικτικό της οικονομικής τους ευμάρειας, είναι το γεγονός ότι είναι οι μόνοι στην επαρχία τους που έχουν δικό τους αυτοκίνητο και μάλιστα αρκετά χρόνια προτού ξεσπάσει ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος.
Μια διεθνής καριέρα…
Σύντομα, η επιτυχία τους ξεπερνά τα σύνορα της χώρας τους, ενώ οι παραστάσεις τους κατακλύζονται από κόσμο, που είναι περίεργος να δει και να θαυμάσει τους μικροσκοπικούς αυτούς ανθρωπάκους. Στα εβραϊκά, μάλιστα, χωριά, η άφιξή τους θεωρείται σημαντικό πολιτιστικό και ψυχαγωγικό γεγονός. Ο Σίμσον, ο πατέρας και οργανωτής της ομάδας των νάνων, πεθαίνει το 1923. Επτά χρόνια αργότερα, λίγο προτού αφήσει τη ζωή, η μητέρα μαζεύει τα παιδιά και τους δίνει μια συμβουλή που χαράζεται βαθιά στο μυαλό τους: ‘’Ό,τι και να γίνει, να μείνετε όλοι μαζί’’. Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι 7 νάνοι έδωσαν εκατοντάδες παραστάσεις και έγιναν γνωστοί στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες.
Η μεταφορά στο Άουσβιτς…
Στις 30 Αυγούστου 1940, η ρουμανική Τρανσυλβανία γίνεται έδαφος της Ουγγαρίας. Μετά από τέσσερα χρόνια, τον Ιούνιο του 1944, οι 400.000 Εβραίοι της Ουγγαρίας συγκεντρώνονται και μεταφέρονται από τα ναζιστικά στρατεύματα στο Άουσβιτς. Ανάμεσά τους βρίσκονται, ενωμένοι σαν γροθιά, και οι μικροί Όβιτζ που διέθεταν εβραϊκή υπηκοότητα, οι οποίοι έτυχε εκείνη την εποχή να κάνουν περιοδεία στην Ουγγαρία. Μαζί με εκατοντάδες άλλους ομοεθνείς τους, μεταφέρονται στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, στριμωγμένοι στο χώρο αποσκευών ενός παλιού τρένου. Φτάνοντας, περιμένουν μαζί με εκατοντάδες άλλους ανθρώπους στην αποβάθρα, παγωμένοι από τον φόβο, ενόσω οι ναζί αξιωματικοί διαχωρίζουν εξευτελιστικά τους νεοαφιχθέντες, χωρίζοντας αυτούς που θα χρησιμοποιηθούν ως εργάτες, από αυτούς που θα σταλούν άμεσα στους φούρνους δηλητηριωδών αερίων. Τότε είναι που εμφανίζεται στο χώρο της μακάβριας διαλογής ο διαβόητος Δρ Γιόζεφ Μένγκελε, ο γενετιστής του στρατοπέδου, ο συλλέκτης ανθρώπινων πειραματοζώων, κυρίως διδύμων, νάνων, γιγάντων ή άλλων ατόμων με γενετικές ανωμαλίες, τα οποία χρησιμοποιούσε στα απάνθρωπα πειράματά του για τη δημιουργία του υπερανθρώπου της Αρίας φυλής.
Με πρόσχημα την ‘’επιστημονική’’ έρευνα γύρω από την κληρονομικότητα, συνήθιζε να υποβάλλει τα θύματά του σε σαδιστικά βασανιστήρια: αφαίρεση νωτιαίου μυελού, μόλυνση με θανατηφόρους ιούς, ακρωτηριασμούς, στειρώσεις, ενέσεις χρωστικών στα μάτια, χειρουργικές επεμβάσεις χωρίς αναισθησία κ.α. [Όπως αναλύθηκαν σε παλαιότερο άρθρο μου: ‘’Τα πειράματα γενετικής των Ναζί΄, Χανιώτικα Νέα, 22-1-07]. Στο Άουσβιτς έχει το παρατσούκλι ‘’Ο Άγγελος του Θανάτου’’ επειδή, ενώ διέθετε ευγενικό παρουσιαστικό, κανένας δεν έβγαινε ζωντανός από τα κτηνώδη πειράματά του.
Το θαύμα της επιβίωσης…
Παρά την απάνθρωπη συμπεριφορά του, όμως, προς όλους τους κρατούμενους, ο Μένγκελε περιβάλλει τους επτά νάνους της οικογένειας Όβιτζ με ένα προστατευτικό πέπλο. Γνωρίζοντας πως δεν μπορούν να αντέξουν τη ζωή του στρατοπέδου, τους εφοδιάζει με κουβέρτες και τους απαλλάσσει από το προσκλητήριο και τη ριγέ στολή λέγοντάς τους συχνά: ‘’Όσο μένετε μαζί μου, όλα θα πάνε καλά’’. Είναι σκληρός και αδυσώπητος με όλους τους άλλους, αλλά πολύ λιγότερο με αυτούς. Στο εργαστήριό του, στο συγκρότημα 10, τους εξετάζει από όλες τις πλευρές, τους φωτογραφίζει, τους μελετά τα δόντια και τα μαλλιά, τους βομβαρδίζει με ερωτήσεις για τη σεξουαλικότητά τους και παρακολουθεί τη συμπεριφορά τους για ώρες ολόκληρες. Παρά την προστασία, όμως, που τους παρείχε, δεν δίστασε να τους υποβάλλει και σε ορισμένα επικίνδυνα, αλλά όχι θανατηφόρα, πειράματα, όπως ενέσεις με βακτήρια, αμέτρητες λήψεις αίματος και βιοψίες, έκθεση σε ακτινοβολία ή χορήγηση καυστικών ουσιών στη μήτρα των κοριτσιών.
Τα 7 αδέλφια υπέμεναν αδιαμαρτύρητα τις εξετάσεις, ακόμη και τα μαρτύρια, που τους υπέβαλε ο Μένγκελε, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι θα μπορούσαν να οδηγηθούν στους φούρνους αερίων ακόμη και με μια κίνηση των ματιών του. Επίσης, εξασκώντας τη μόνη δουλειά που γνώριζαν στη ζωή τους, διασκέδαζαν πολλές φορές τους αξιωματικούς του στρατοπέδου συγκέντρωσης, τραγουδώντας γερμανικά τραγούδια, χορεύοντας ή λέγοντας διάφορα αστεία. Κάποιες άλλες φορές, ο σατανικός δρ Μένγκελε ανάγκαζε τους 7 νάνους να γδύνονται στη σκηνή, με σκοπό να τους χλευάσει, αλλά και να δείξει στους συναδέλφους του πόσο εκφυλισμένη είναι η Εβραϊκή φυλή!
Το τέλος του πολέμου…
Με το τέλος του πολέμου και την είσοδο του Κόκκινου Στρατού στο στρατόπεδο Άουσβιτς το 1945, ο εγκληματίας Μένγκελε διαφεύγει στο Βερολίνο. Από κει, με πλαστό διαβατήριο, καταφεύγει στην Αργεντινή, όπου διάγει μια ήσυχη ζωή, ανοίγει ένα κατάστημα παιχνιδιών και στο τέλος πνίγεται στη θάλασσα το 1979, μετά από ανακοπή καρδιάς, χωρίς ποτέ να τον αναγνωρίσει ή να τον ενοχλήσει κανείς.
Οι 7 λιλιπούτειοι Όβιτζ επέζησαν όλοι. Το 1949 μεταναστεύουν στο Ισραήλ, στη Χάιφα, όπου συνεχίζουν την καριέρα των διασκεδαστών για μερικά ακόμη χρόνια, χρησιμοποιώντας το όνομα ‘’Οι 7 νάνοι του Άουσβιτς’’. Το 1955, όμως, μετά από την εμφάνιση προβλημάτων υγείας που προήλθαν από τα πειράματα του Μένγκελε, σταματούν οριστικά τις παραστάσεις και με τα χρήματα που είχαν κερδίσει αγοράζουν δύο κινηματογράφους, ένα κέντρο διασκέδασης και ένα μεγάλο διαμέρισμα, όπου έμεναν όλοι μαζί. Το πρώτο από τα 7 αδέλφια έφυγε από τη ζωή το 1972, ενώ το τελευταίο, η μικρότερη αδελφή, το 2001.
Σαράντα πέντε χρόνια μετά την απελευθέρωσή τους, δύο Ισραηλινοί δημοσιογράφοι, οι Γεχούντα Κορέν και Εϊλάτ Νεγκέβ, θα καταφέρουν να ανασυγκροτήσουν και να αποτυπώσουν στο χαρτί την απίστευτη οδύσσεια των 7 νάνων, γράφοντας ένα βιβλίο με βάση τις μαρτυρίες τους, που είχε τον τίτλο: ‘’Στις καρδιές μας ήμασταν γίγαντες’’.
Ο τελευταίος νάνος…
Το βιβλίο με την απίστευτη ιστορία των 7 νάνων, ολοκληρώθηκε χάρη στις αφηγήσεις του τελευταίου μέλους της οικογένειας Όβιτζ, της Πέρλα, η οποία έφυγε από τη ζωή τον Σεπτέμβριο του 2001. Η γυναίκα αυτή επαναλάμβανε συχνά, με μια πικρή ειρωνεία, τη φράση ‘’H αναπηρία μας ήταν το μόνο μέσο που βρήκε ο Θεός για να μας κρατήσει στη ζωή’’, αλλά και: ‘’Σωθήκαμε επειδή ακολουθήσαμε τη συμβουλή της μητέρας μας, δηλαδή να μη χωρίσουμε ποτέ. Αν δεν ήμασταν και οι 7 μαζί, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα βγαίναμε ζωντανοί από τα χέρια του Μένγκελε στο κολαστήριο του Άουσβιτς’’.
Έχουν τα κτήνη καρδιά;
Γιατί, όμως, έγιναν όλα αυτά; Γιατί ο αδίστακτος εγκληματίας Μένγκελε, που τεμάχιζε χωρίς αναισθησία ακόμη και μικρά παιδιά, δεν οδήγησε στο θάνατο αυτούς τους 7 μικροσκοπικούς νάνους, όπως έπραξε με αναρίθμητους άλλους ανθρώπους με σωματικές ανωμαλίες; Πολλοί πιστεύουν ότι φιλοδοξούσε να τους εκθέσει μια μέρα στο γερμανικό λαό, ως ζωντανές αποδείξεις των ναζιστικών θεωριών περί ‘’εκφυλισμού της Εβραϊκής φυλής’’, με απώτερο σκοπό τη δικαιολόγηση της εξόντωσης εκατομμυρίων Εβραίων και την απόδειξη της ανωτερότητας της ‘’Αρίας’’ φυλής.
Η αλήθεια, όμως, φαίνεται ότι είναι διαφορετική. Η Πέρλα Όβιτζ, η τελευταία επιζήσασα από την ομάδα των 7 νάνων, ανέφερε σε συνέντευξή της ότι ένας Γερμανός γιατρός, που συμμετείχε στα γενετικά πειράματα, κάποτε της είχε πει: ‘’Εσύ και τα αδέλφια σου σωθήκατε από το θάνατο, επειδή όταν ήταν μικρός ο Μένγκελε, η μητέρα του τον νανούριζε με την ιστορία της Χιονάτης και των 7 νάνων. Ήταν το αγαπημένο του παραμύθι…’’
Γιάννης Στεφανογιάννης
SociaLMagazinE